Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κατοικία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κατοικία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Ηπείρου

 

Η λαϊκή αρχιτεκτονική της Ηπείρου, παρά τις επιμέρους τοπικές μορφολογικές ιδιαιτερότητες, εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις ορεινές περιοχές. Οι μορφές των κτιρίων ενσωματώνονται αρμονικά στο γύρω φυσικό περιβάλλον, ενώ η διάταξή τους στο χώρο, όπως και η επιλογή της χωροθέτησης των οικισμών, γίνονται με κριτήρια το φυσικό ανάγλυφο, τον προσανατολισμό, τη θέα και καθοριστικούς κοινωνικούς λόγους (άμυνα, πολιτικοί, θρησκευτικοί, κ.λ.π. λόγοι).

Δημιουργία των οικισμών

Στην πλειοψηφία τους οι οικισμοί δεν δημιουργούνται από το μηδέν, αλλά προέρχονται από τη σταδιακή συνένωση διάσπαρτων οικιστικών μονάδων - η παραδοσιακή κατοικία ήταν μια μονάδα που στέγαζε την οικογένεια (διευρυμένη
οικογένεια) καλύπτοντας ανάγκες στέγης και εργασίας. Συνήθως οι οικισμοί αποτελούνται από συγγενειακές ομάδες, γεωργοκτηνοτροφικές, οργανωμένες σε μικροκοινωνίες. Υπάρχουν λίγα οργανωμένα τσελιγκάτα τα οποία πλαισιώνονται από μικροκτηνοτρόφους, που εξαρτούν από αυτά την επιβίωση και την αναπαραγωγή τους (Νιτσιάκος 1994). 


 Η μετάβαση στην εξελιγμένη κοινωνική οργάνωση, η οποία προήλθε από τη συνένωση διαφορετικών οικισμών σε ένα κέντρο - διοικητική μονάδα γίνεται κατά την Τουρκοκρατία, για λόγους άμυνας, ασφάλειας, επιβίωσης (οι ανάγκες λειτουργίας του οθωμανικού συστήματος υπαγόρευαν επίσης τη σύσταση κοινοτήτων - έλεγχος, είσπραξη φόρων). Η παραχώρηση προνομίων από τους Τούρκους, εξασφαλίζει την λειτουργία και κοινωνική εξέλιξη των κοινοτήτων. Πιθανά, η πρώτη ενιαία κοινοτική μορφή δημιουργείται τον 17ο αι. Οι ορεινές κοινότητες αποτελούν και καταφύγιο των διωγμένων από τα πεδινά, οικογενειών (Νιτσιάκος 1994). Συχνά, η αυξανόμενη πληθυσμιακή συγκέντρωση δημιουργεί πρόβλημα επιβίωσης (ανεπάρκεια φυσικών πόρων) με αποτέλεσμα το πέρασμα στην τεχνική εξειδίκευση. Έτσι εμφανίζονται ολόκληρα χωριά να εξειδικεύονται σε κάποια τέχνη - οικοδομική, ξυλογλυπτική, ζωγραφική, με την κτηνοτροφία και γεωργία να αποτελούν συμπληρωματικούς πόρους.

Πολεοδομική οργάνωση των οικισμών

Η διάταξη των οικισμών είναι συνήθως, μονοκεντρική - τα κτίρια αναπτύσσονται γύρω από μια κεντρική πλατεία. Κοντά στο κέντρο βρίσκονται τα πλουσιότερα σπίτια, στις αμέσως επόμενες ζώνες τα λαϊκά, ενώ στην περίμετρο του οικισμού κατοικούν οι λιγότερο προνομιούχες κοινωνικές ομάδες - οι γύφτοι συνήθως, οι οποίοι είναι κυρίως οργανοπαίχτες στα τοπικά πανηγύρια. Στη ζώνη αυτή συνυπάρχουν κατοικίες με εργαστήρια (σιδηρουργοί, μαραγκοί, χτίστες, μουσικοί) χωροθετημένα σε εκτάσεις που δεν προσφέρονται για καλλιέργειες (ανήλιαγες πλαγιές), ενώ στα όρια του οικισμού και σε κατάλληλα επιλεγμένα εδάφη βρίσκονται τα χωράφια με τις γεωργικές καλλιέργειες. Γύρω από την κεντρική πλατεία βρίσκονται τα δημόσια κτίρια, τα οποία είναι σημαντικά μεγαλύτερα από τα σπίτια και ιδιαίτερα προσεγμένα στην κατασκευή. Μορφολογικά ακολουθούν τους ίδιους κανόνες δόμησης. Τα δημόσια κτίρια σε συνδυασμό με την πλατεία συνθέτουν το κέντρο της δημόσιας ζωής. Εκεί γίνονται όλες οι κοινωνικές εκδηλώσεις του χωριού, εκεί γίνεται η αγορά και οι εμπορικές συναλλαγές, οι πολιτικές συγκεντρώσεις των κατοίκων, οι γιορτές και οι χοροί. Βασικά κτίσματα που συναντά κανείς στην πλατεία είναι η εκκλησία, το σχολείο, η βρύση και το κοινοτικό κατάστημα (εκκλησίες υπάρχουν και σε άλλα σημεία του οικισμού, σε μικρότερες πλατείες). 


Μέτσοβο https://goo.gl/images

Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Η "λαϊκή" κατοικία

Ελληνική παραδοσιακή κατοικία ονομάζουμε το σύνολο των κατοικιών που κτίστηκαν μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους (1453) μέχρι τις πρώτες δεκαετίες μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους (1830). Η μεγάλη ανάπτυξη της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας σημειώθηκε ωστόσο στους δύο τελευταίους αιώνες της ξένης κυριαρχίας και συμβαδίζει με τη γενικότερη οικονομική και πολιτισμική ακμή του ελληνισμού την εποχή αυτή.

Σε γενικές γραμμές, μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικές κατηγορίες ελληνικών παραδοσιακών σπιτιών: τα νησιώτικα και τα σπίτια της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ανάλογα με την κοινωνική τάξη των κατοίκων τους, διακρίνονται με τη σειρά τους, σε λαϊκά, σε μεσαία (νοικοκυρόσπιτα) και σε αρχοντικά.

O πιο απλός τύπος νησιώτικου σπιτιού είναι το μονόσπιτο, που αποτελείται από ένα μικρό μακρόστενο πέτρινο δωμάτιο με επίπεδη στέγη από χώμα (δώμα). Το μονόσπιτο περιλαμβάνει όλες τις λειτουργίες ενός σπιτιού. Πρώτο σημαντικό στοιχείο του είναι ο σοφάς ή κρέβατος, μια ξύλινη κατασκευή, λίγο πιο ψηλά από το δάπεδο, όπου πάνω της οι άνθρωποι έστρωναν για να κοιμηθούν, ενώ από κάτω αποθήκευαν διάφορα αγαθά. Δεύτερο στοιχείο αποτελεί το τζάκι, που χρησίμευε για θέρμανση και για μαγείρεμα.

Πιο εξελιγμένος τύπος είναι το διώροφο, κατοικία για τη μεσαία τάξη. Πρόκειται για ορθογώνιο σπίτι, όπου στο ισόγειο (κατώι) βρίσκονται οι βοηθητικοί χώροι (στάβλοι και αποθήκες), ενώ οι άνθρωποι ζούσαν στον πάνω όροφο (ανώι). Πολλά σπίτια έχουν επίσης αυλές και βεράντες (ηλιακούς).

Oι πιο εύποροι κατοικούσαν σε αρχοντικά, που ήταν μεγάλα σπίτια με περισσότερη διακόσμηση. Υπήρχαν επίσης και τα πυργόσπιτα στην ύπαιθρο, μόνιμες ή εποχικές οχυρές κατοικίες των μεγάλων κτηματιών.

Στα σπίτια της ηπειρωτικής Ελλάδας διακρίνονται οι ίδιοι τύποι που υπάρχουν και στα νησιά, αλλά, επειδή το κλίμα και οι κοινωνικές-οικονομικές συνθήκες διέφεραν, παρουσιάζονται ορισμένες διαφορές. Έτσι το μονόσπιτο έχει στέγη από κεραμίδια. Το κυριότερο σημείο του χώρου είναι η γωνιά, δηλαδή η εστία, που δίπλα της οι κάτοικοι μαγειρεύουν, τρώνε και κοιμούνται. Στο διώροφο υπάρχει το χαγιάτι, ένας ανοιχτός εξώστης που στεγάζεται με την προεξοχή της στέγης.

Τα αρχοντικά που ξεχωρίζουν ιδιαίτερα είναι αυτά που έκτισαν πλούσιοι έμποροι και τεχνίτες στη Βόρεια και στην Κεντρική Ελλάδα. Είναι μεγαλοπρεπή σπίτια, με χαρακτηριστικούς ξύλινους εξώστες, τα σαχνισιά στον πάνω όροφο. Εκεί βρίσκεται και ο κεντρικός χώρος υποδοχής, ο ηλιακός ή δοξάτο, με χαμηλά παράθυρα και πολύχρωμους γυάλινους φεγγίτες. Βρίσκονται, επίσης, και τα δωμάτια διαμονής της οικογένειας, διακοσμημένα με ξυλόγλυπτα και τοιχογραφίες.

Τα πυργόσπιτα ήταν συνήθως διώροφα, με επάλξεις στο πάνω μέρος, καταχύστρα που προστάτευε την είσοδο και πολλές πολεμίστρες. Ξεχωριστή κατηγορία αποτελούν οι μανιάτικοι πύργοι που χρησίμευαν μόνο για πόλεμο (πολεμόπυργοι).

Τα υλικά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των ελληνικών παραδοσιακών σπιτιών εξαρτιόνταν από το φυσικό περιβάλλον κάθε τόπου. Στις περισσότερες περιοχές γινόταν συνδυασμός υλικών: ο κύριος κορμός του σπιτιού κατασκευαζόταν από πέτρα, ενώ το ξύλο προοριζόταν για τα δευτερεύοντα μέρη ή για τον πάνω όροφο.



Ο εξοπλισμός της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας

Αρχικά τα σπίτια είχαν ελάχιστα έπιπλα. Συνήθως, οι άνθρωποι κάθονταν στο πάτωμα και έτρωγαν σ’ ένα στρογγυλό χαμηλό τραπέζι, το σοφρά ή τάβλα. Αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούν σταθερούς ξύλινους πάγκους και χαμηλά σκαμνιά. Με την οικονομική ανάπτυξη του 18ου-19ου αιώνα εμφανίστηκαν και κινητά έπιπλα.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η επίπλωση των αρχοντικών της Βόρειας και της Κεντρικής Ελλάδας. Στο εσωτερικό των δωματίων διαμονής υπήρχαν εντοιχισμένα ντουλάπια (μουσάντρες), συνήθως σκαλιστά ή ζωγραφισμένα.
Χρησίμευαν για την αποθήκευση τροφίμων, ρουχισμού και πολύτιμων ειδών. Τα δωμάτια (οντάδες) είχαν επίσης χαμηλούς σοφάδες, όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να κάθονται ή και να κοιμούνται. O κεντρικός χώρος υποδοχής (ηλιακός ή δοξάτο) ήταν περιτριγυρισμένος από χαμηλά συνεχόμενα καθιστικά (μιντέρια).
Κάθε σπίτι διέθετε, οπωσδήποτε, σκεύη για το φαγητό, την αποθήκευση των τροφίμων, τη διακόσμηση του σπιτιού και άλλες χρήσεις. Τα σκεύη αυτά ήταν χάλκινα, ξύλινα και πήλινα. Στα περισσότερα σπίτια υπήρχε και ο αργαλειός, απαραίτητος για την κατασκευή του ρουχισμού της οικογένειας. Δεν έλειπε, εξάλλου, από πουθενά το εικονοστάσι. Όλα τα σπίτια, επίσης, στολίζονταν με υφαντά και κεντήματα.

Η σημασία της ελληνικής παραδοσιακής κατοικίας

Η ελληνική παραδοσιακή κατοικία παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι μόνο για τους αρχιτέκτονες, τους διακοσμητές και τους επιπλοποιούς που έχουν συχνά εμπνευστεί από την αρχιτεκτονική και από τον εξοπλισμό της, αλλά και για τον καθένα μας. Τα παραδοσιακά σπίτια μπορούν να αποτελέσουν έναν πολύτιμο οδηγό για το πώς μπορεί να ταιριάξει το ωραίο με το λειτουργικό στο χώρο της κατοικίας, ακόμα και στις πιο απλές κατασκευές. Αποτελούν, επίσης, πρότυπα «οικολογικού» σπιτιού, δηλαδή ενός σπιτιού που προσαρμόζεται αρμονικά στο φυσικό περιβάλλον του τόπου του, κτισμένο με τα διαθέσιμα υλικά, χωρίς περιττές σπατάλες. Τα περισσότερα εξάλλου από τα σπίτια αυτά θεωρούνται και είναι έργα τέχνης. Τα παραδοσιακά σπίτια αξίζουν, λοιπόν, το σεβασμό και την προσοχή μας και πρέπει όλοι να φροντίζουμε για τη διάσωση και τη διατήρησή τους.
Πηγή:Βιβλίο Οικιακής Οικονομίας Α΄Γυμνασίου




Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Αρχαία Ελληνική κατοικία-υφαντική-μουσική-αθλητισμός

Η αρχαία Ελληνική κατοικία χωρίζονταν στο ιδιωτικό και το επίσημο μέρος σύμφωνα με το Βιτρούβιο. Το επίσημο τμήμα του σπιτιού ονομάζονταν ανδρωνίτης και το ιδιωτικό γυναικωνίτης, χωρίς να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τις γυναίκες, αλλά αποτελώντας ένα χώρο όπου όλη η οικογένεια περνούσε την ημέρα της.



 «Η μεγάλη ελληνιστική οικία που περιγράφει ο Βιτρούβιος είναι μια εξέλιξη της ελληνικής οικίας της εποχής του Περικλή. Αυτή με τη σειρά της αναπαράγει όλα τα κύρια χαρακτηριστικά του ομηρικού ανακτόρου, που παρουσιάζεται σαν μια μεγάλη αγροικία. Τα δομικά στοιχεία αυτών των πριγκιπικών αγροικιών εντοπίζονται ακόμα και στην καλύβα του αγρότη».

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2017

Βιοκλιματική αρχιτεκτονική και κατοικία

Βιοκλιματική είναι η αρχιτεκτονική που θεωρεί το κλίμα ως έναν από τους σοβαρότερους παράγοντες που καθορίζουν τον σχεδιασμό των κτηρίων. Μια κατασκευή στην Αίγυπτο δεν μπορεί παρά να διαφέρει ριζικά από μια κατασκευή στη Αλάσκα ή στην Σιβηρία. Στα ψυχρά βόρεια κλίματα προέχει η προστασία από το ψύχος και η αξιοποίηση και της ελάχιστης ηλιοφάνειας για τη θέρμανση. Στα τροπικά κλίματα προέχει η προστασία από τον ήλιο και η αξιοποίηση της χαμηλής θερμοκρασίας του υπεδάφους όπως επίσης και της ελάχιστης αύρας για δροσισμό. Σε ήπια, εύκρατα, μεσογειακά κλίματα, όπως το δικό μας, τα κτήρια μπορούν, εάν σχεδιαστούν σωστά να θερμαίνονται από τον ήλιο σ' ένα ποσοστό 60 έως 70% το χειμώνα και το καλοκαίρι να διατηρούνται δροσερά χωρίς κλιματισμό.