11 Αυγούστου 2017 Τσουνάμι σε παράκτια περιοχή της Ιαπωνίας |
Τον Δεκέμβριο του 2015, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών καθόρισε την 5η Νοεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Τσουνάμι αποσκοπώντας στην προώθηση μιας παγκόσμιας κουλτούρας και συνειδητοποίησης για τους κινδύνους του τσουνάμι. Στην τρίτη της επέτειο, η Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για το Τσουνάμι του 2018 γιορτάζει τις προσπάθειες για "μείωση της οικονομικής απώλειας και της άμεσης καταστροφής σε σχέση με το παγκόσμιο ΑΕΠ έως το 2030" όταν χτυπάει το τσουνάμι. Το θέμα αυτό εμπνέεται από το στόχο του πλαισίου Sendai για μείωση του κινδύνου καταστροφών και του αριθμού των ατόμων που πλήττονται παγκοσμίως από αυτές. Η Διακυβερνητική Ωκεανογραφική Επιτροπή της ΟΥΝΕΣΚΟ εργάζεται για το συντονισμό των εθνικών και περιφερειακών υπηρεσιών έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι, αυξάνοντας την παγκόσμια ευαισθητοποίηση σχετικά με αποτελεσματικές ενέργειες, πολιτικές και πρακτικές για τη μείωση της έκθεσης σε κίνδυνο καταστροφών μέσω των τεσσάρων συστημάτων προειδοποίησης και μετριασμού του Τσουνάμι για τον Ειρηνικό, , Της Καραϊβικής και του Βορειοανατολικού Ατλαντικού, της Μεσογείου αλλά και των Συνδεδεμένων Θαλασσών. Η ΔΟΕ βοηθά τα κράτη μέλη μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων και τακτικών ασκήσεων επικοινωνίας και εκκένωσης παράκτιων περιοχών, αυξάνοντας τον συντονισμό, την ετοιμότητα και την κατανόηση των τσουνάμι μεταξύ των πολιτών και των κοινοτήτων σε όλο τον κόσμο.
Αν και σπάνια τα τσουνάμι είναι από τα πιο καταστροφικά φυσικά φαινόμενα. Δεν γνωρίζουν παράκτια σύνορα. Οι παράκτιες κοινότητες - συχνά συγκεντρωμένες σε περιοχές με φτωχούς και πολύ πυκνοκατοικημένους πληθυσμούς - είναι οι πλέον ευάλωτες σε παράκτιους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των τσουνάμι, με μεγάλες ανθρώπινες και οικονομικές απώλειες. Το κλειδί για μια ουσιαστική πολιτική και κατανόηση του φαινομένου είναι η διεθνής συνεργασία και η μείωση του κινδύνου και των καταστροφικών συνεπειών του φαινομένου.
Το τσουνάμι (ιαπωνικά: 津波, tsunami ) είναι θαλάσσιο φαινόμενο, δημιουργείται κατά την απότομη μετατόπιση μεγάλων ποσοτήτων νερού, σε ένα υδάτινο σχηματισμό, όπως ένας ωκεανός, μια θάλασσα, μια λίμνη ή ένα φιόρδ.
Το τσουνάμι εκδηλώνεται ως κύματα, τα οποία στα βαθιά νερά των ωκεανών (μέσο βάθος 4.500 μέτρα) οδεύουν με μέση ταχύτητα 210 μέτρων/δευτερόλεπτο ή 756 χιλιομέτρων/ώρα (παραπάνω από το μισό της ταχύτητας του ήχου στην ατμόσφαιρα της Γης). Διαδίδονται με μέτωπα κυμάτων, που μπορούν να πλησιάσουν σε πλάτος ακόμα και τη γήινη περίμετρο και οδεύουν με σύνηθες μήκος κύματος της τάξης των 50-400 χιλιομέτρων και ύψος που κυμαίνεται, συνήθως, από μερικά εκατοστά έως 40 μέτρα
Φτάνοντας τα κύματα αυτά σε ρηχά νερά χάνουν την ταχύτητά τους, έως και 20 φορές, αρχικά στο μπροστινό τους μέτωπο, αυτό που φτάνει πρώτο στα ρηχά, και έτσι το μήκος τους μικραίνει, καθώς το πίσω μέρος του κύματος ταξιδεύει ακόμη, με σχετικά μεγαλύτερη ταχύτητα. Το μήκος του κύματος ενός τσουνάμι μεταβάλλεται, ακολουθώντας την μεταβολή της μέσης ταχύτητάς του σύμφωνα με το βάθος της θάλασσας που διατρέχει, και η ορμή του διατηρείται (θεωρώντας προσεγγιστικά πως δεν εξαπλώνεται και κατά πλάτος) με αντίστοιχη μεταβολή του ύψους του. Φτάνοντας στις ακτές το κύμα συμπιέζεται και κερδίζει σε ύψος, που είναι και ο λόγος για τον οποίο γίνεται καταστρεπτικό φθάνοντας στις ακτές, αφού το ύψος του διατηρείται και καθώς εισβάλλει στην ενδοχώρα.
Η αρχική απότομη μετατόπιση του νερού, που προκαλεί τη γένεση ενός τσουνάμι, μπορεί να είναι αποτέλεσμα σεισμού, κυρίως υποθαλάσσιου, που προκαλεί κατακόρυφη ανάταξη του βυθού, παραθαλάσσιας κατάρρευσης βουνοπλαγιάς ή ηφαιστείου, υποθαλάσσιας ηφαιστειακής έκρηξης ή κατολίσθησης, καθώς και πτώσης ικανού μεγέθους ουράνιου σώματος στη θάλασσα. Ενώ σε βαθιά νερά το τσουνάμι, λόγω των χαρακτηριστικών του εκεί, δεν θεωρείται σοβαρός κίνδυνος για τις πλέουσες κατασκευές, φτάνοντας στις ακτές έχει ιδιαίτερα καταστρεπτικές συνέπειες.
Η ονομασία του, που αποτελεί διεθνή όρο, προέρχεται από τις ιαπωνικές λέξεις τσου-νάμι (tsu, 津, λιμάνι και nami, 波, κύμα), που θα μεταφράζονταν στα ελληνικάως «κύμα του λιμανιού». Η ονομασία αυτή δόθηκε από τους Ιάπωνες, που πλήττονται συχνά από αυτά, λόγω του ότι δεν γίνονται αντιληπτά και δεν αποτελούν κίνδυνο για τα πλοία στην ανοιχτή θάλασσα, αλλά είναι πολύ καταστρεπτικά όταν φθάσουν σε παράλιες περιοχές.
Το τσουνάμι πολλοί το αποκαλούν παλιρροιακό κύμα (tidal wave) ή θαλάσσιο σεισμικό κύμα (seismic sea wave).
Ο πρώτος όρος είναι εντελώς λανθασμένος, καθώς αφορά την 6-ωρη περιοδική μετατόπιση υδάτινων μαζών της Γης λόγω των βαρυτικών επιδράσεων από τη Σελήνη και τον Ήλιο που τείνουν να παραμορφώνουν τη Γη και το καταφέρνουν στο ευκίνητο μέρος της, την υδρόσφαιρα. Αν και τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να μειώνεται η συχνότητα της χρήσης του όρου «παλιρροιακό κύμα», ωστόσο εξακολουθεί να αναφέρεται συχνά στα Μέσα Ενημέρωσης, πλην όμως οι επιστήμονες είναι αντίθετοι στη χρήσης του όρου.
Ο δεύτερος όρος αποδίδει πιο σωστά το φαινόμενο, καθώς το τσουνάμι είναι παράγωγο οδεύον κύμα θραύσης, μεγάλης κλίμακας και μελετάται με σεισμολογικούς όρους. Ωστόσο, αγνοεί άλλες πιθανές αιτίες που ενδέχεται να προκαλέσουν τσουνάμι.
Όταν τα τσουνάμι φτάνουν στα ρηχά, λόγω της μείωσης του βάθους αναδιπλώνονται και, ενώ χάνουν ταχύτητα, κερδίζουν σε ύψος. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου